Στην ανέγερση μίας πολυκατοικίας στην οδό Θουκυδίδου συμμετείχε ο Λουκιανός Κηλαηδόνης.
Ο γνωστός καλλιτέχνης είχε σπουδάσει αρχιτεκτονική, όμως άσκησε το επάγγελμα για μικρό χρονικό διάστημα.
Εμείς ανακαλύψαμε μια βιογραφία γραμμένη από την γυναίκα του, Άννα Βαγενά, στην οποία αναφέρει ότι για λίγο διάστημα δραστηριοποιούταν ως αρχιτέκτονας. Σε αυτό το μικρό διάστημα, η πολυκατοικία που ο Λουκιανός συμμετείχε στην ανέγερσή της βρίσκεται στην οδό Θουκυδίδου 37, στο Καλαμάκι.
Τα σχέδια μάλιστα έχουν την δική του υπογραφή.
Το απόσπασμα από τη βιογραφία:
«'Oταν ο Λουκιανός τελείωσε το σχολείο, οι δικοί του τον πίεζαν να δώσει στην Αρχιτεκτονική, γιατί είχε έναν θείο σπουδαίο αρχιτέκτονα, τον Θουκυδίδη Βαλεντή, που ήταν Καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και θα τον βοηθούσε.
Όπως λέει ο ίδιος: "Έδωσα δυο χρονιές στην Αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης, αλλά δεν μπήκα, οπότε είπα στους δικούς μου: "Βλέπετε που σας τα έλεγα!" Έβγαλα λοιπόν μόνος μου ένα ναυτικό φυλλάδιο και μπαρκάρισα ως τζόβενο στο κρουαζιερόπλοιο "Αθήναι" του Τυπάλδου. Το πήρα από τον Πειραιά και μετά από δυο-τρεις ημέρες φτάσαμε στην Γένοβα. Ήταν παραμονές των γιορτών του '62, με δεκαπέντε υπό το μηδέν, βράδυ. Μας είπαν: "Βγείτε έξω, μαζεύουμε συρματόσχοινα". Είδα τον Χριστό φαντάρο, που λένε. Διότι εγώ είχα πάει με μπλου τζην και φανελάκι, όπως έβλεπα στις ταινίες, κι εκεί είχε ψοφόκρυο. Ήμουν χωρίς γάντια, χωρίς τίποτα. Εν πάση περιπτώσει αποφάσισα να μείνω για λίγο και βλέπουμε. Το πλοίο έπαιρνε κεντροευρωπαίους χοντρούς με υπέροχα κορίτσια και τους έκανε κρουαζιέρα στη Μεσόγειο: Μαγιόρκα, Μινόρκα, Κορσική, παράλια της Αφρικής και τα συναφή. Στα κρουαζιερόπλοια όμως αλλού κινούνται οι επιβάτες και αλλού το πλήρωμα, δεν συναντιούνται σχεδόν ποτέ. Και επειδή πάντα ήμουν πολυμήχανος σε κάτι τέτοια, ανακάλυψα ότι υπήρχε διάδρομος για να βγαίνω τα βράδια στο σαλόνι. Όταν τελείωνε η δουλειά, στις πέντε-έξι το απόγευμα, έβαζα καλά ρούχα κι έβγαινα στο σαλόνι των επιβατών. Έπαιζα πιάνο, έπινα ουίσκι κλπ. Μέχρι που κάποια στιγμή με εντόπισε ο ύπαρχος του πλοίου, είχα πάρει πια την απόφαση ότι δεν θα έμενα. Μου είπε: "Συγνώμη που σας ρωτάω, αλλά εσείς είστε επιβάτης, ή, πλήρωμα". Του απάντησα: "Ήμουν πλήρωμα, από αυτή τη στιγμή και πέρα είμαι επιβάτης". Ευτυχώς το επόμενο λιμάνι ήταν ο Πειραιάς, όπου κατέβηκα. Η ναυτική μου θητεία κράτησε συνολικά ένα-ενάμιση μήνα.
Όταν ο Λουκιανός γύρισε σπίτι μετά το καράβι, οι δικοί του τον έπεισαν να δώσει για τρίτη φορά στην Αρχιτεκτονική. Όπως λέει ο ίδιος: "Έδωσα λοιπόν και -ω του θαύματος - το φθινόπωρο του '63 κατάφερα να μπω. Συνέβη δε το εξής: ενώ ήμουν μέτριος μαθητής στο σχολείο, είδα ότι τα μαθήματα που ξεκινήσαμε στο Πολυτεχνείο δεν ήταν συνέχεια της φροντιστηριακής ύλης, αλλά άρχιζαν σχεδόν από την αρχή. Και επειδή τα έπιασα κι εγώ από την αρχή, ήμουν καλός. Είχα μάλιστα την τύχη να βρεθώ σε μια καινούργια σχολή - τη χρονιά που μπήκα εγώ τελείωναν οι πρώτοι πεμπτοετείς. Ο Μίμης ο Φατούρος, που τον είχα Καθηγητή στην έδρα Εσωτερικών Χώρων, πρέπει να ήταν τότε μόλις τριανταπέντε χρονών. Γενικά, όλη η Αρχιτεκτονική Θεσσαλονίκης απέπνεε μια δροσιά, μια φρεσκάδα. Έτσι ώστε όταν έκανα μετεγγραφή στην Αθήνα στα μισά του τέταρτου έτους (έχοντας όμως επί της ουσίας ολοκληρώσει τις σπουδές μου στο Αριστοτέλειο, εδώ έκανα μόνο τη διπλωματική), ήταν η μέρα με τη νύχτα. Στην Αθήνα υπήρχε ένα κατεστημένο, μια μούχλα και μια κούραση, εν αντιθέσει με τη Θεσσαλονίκη, όπου όλα ήταν φρέσκα. Τελικά πήρα το πτυχίο το '68, από το Μετσόβιο. Η Αρχιτεκτονική έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πορεία μου. Πριν απ' όλα μου άνοιξε ορίζοντες, άρχισα να ενδιαφέρομαι για τη ζωγραφική, για τη γλυπτική, για ποίηση, για καλό σινεμά και όλα αυτά. Μου έδωσε και έναν τρόπο σκέψης, μια μέθοδο.
Η πρακτική συνέχεια μετά το πτυχίο ήταν η εξής: Κάποιοι φίλοι που είχαν τελειώσει πριν από εμένα είχαν ανοίξει ένα αρχιτεκτονικό γραφείο στο Κολωνάκι, στην ανηφόρα απέναντι από τη σχολή Δοξιάδη. Και με ρώτησαν αν θέλω να πάω να δουλέψω μαζί τους. Πήγα ένα πρωινό. Κάνανε κάπου μια τυπική πολυκατοικία και άρχισαν να μου λένε πόσα τετραγωνικά είναι εκείνο, πόσα το άλλο κλπ. Αμέσως κατάλαβα ότι αυτό δεν είχε καμία σχέση με την ελευθερία και την ομορφιά των σπουδών. Γιατί εκεί κάναμε πράγματα του ονείρου. Αυτά όμως που καλείσαι στην πράξη να κάνεις ως αρχιτέκτονας, αν δεν έχεις από πίσω ένα μεγάλο τεχνικό γραφείο για να σου αναθέσει να φτιάξεις βίλες και τέτοια, είναι μια απίστευτη ταλαιπωρία: να τρέχεις στα σχέδια πόλεως, να παίρνεις υπογραφές, μια μιζέρια .... Έτσι, παραιτήθηκα από το γραφείο, γύρισα σπίτι και είπα: τελείωσα με την Αρχιτεκτονική». Οι δικοί μου είπαν τότε ψιθυριστά μεταξύ τους: «Άστον, θα του περάσει». Δεν μου πέρασε ποτέ (…) "
Συγγραφή-επιμέλεια κειμένου βιογραφίας (Η Ζωή): Άννα Βαγενά.
Κείμενο: Ελισάβετ Μιτσού
Τα σχέδια είναι από το αρχείο του ιατρού-Ωτολαρυγγολόγου Θωμά Κύρκου και οι φωτογραφίες του Στάθη Σαχίνη, του οποίους ευχαριστούμε θερμά:
Η πολυκατοικία: